lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κόβω στα φινλανδικά

Λέξη:
κόβω (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (4):
leikata, hakata, hyydyttää, kaataa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά κόβω, κόβω φλέβες - λευτερης πανταζής στιχοι, κόβω φλέβες - λευτερης πανταζής, κόβω φλέβες, κόβω τούφες, κόβω το τσιγάρο, κόβω στα φινλανδικά, leikata στα ελληνικά
κόβω στα φινλανδικά