lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γεμίζω στα αγγλικά

Λέξη:
γεμίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (26):
achieve, aggravate, alight, charge, complete, cram, debit, discharge, disembark, fill, flush, handicap, imbue, inflate, inspire, land, load, pervade, populate, refill, reload, replenish, sate, stock, stop, stuff
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά γεμίζω, πληρώνω γεμίζω, γεμίζω το ποτήρι μου και πίνω τρεισ φορέσ, γεμίζω συνώνυμο, γεμίζω συνώνυμα, γεμίζω από, γεμίζω στα αγγλικά, achieve στα ελληνικά
γεμίζω στα αγγλικά