lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νοικοκύρης στα αγγλικά

Λέξη:
νοικοκύρης (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (18):
boss, entertainer, farmer, freeholder, holder, homeowner, host, householder, husbandman, landlord, landowner, liveryman, master, owner, possessor, proprietor, resident, steward
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά νοικοκύρης, ο νοικοκύρης, νοικοκύρης ετυμολογία, νοικοκύρης δερματολόγος, γιώργος νοικοκύρης, νοικοκύρης στα αγγλικά, boss στα ελληνικά
νοικοκύρης στα αγγλικά