lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νοικοκύρης στα εσθονική

Λέξη:
νοικοκύρης (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-εσθονική
Μεταφράσεις (4):
farmer, põllumees, talunik, võõrustaja
Σχετικές λέξεις:
εσθονική νοικοκύρης, ο νοικοκύρης, νοικοκύρης ετυμολογία, νοικοκύρης δερματολόγος, γιώργος νοικοκύρης, νοικοκύρης στα εσθονική, farmer στα ελληνικά
νοικοκύρης στα εσθονική