lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νοικοκύρης στα γαλλικά

Λέξη:
νοικοκύρης (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (17):
académiste, ayant-compte, bourgeois, cafetier, changeur, commissaire, cultivateur, fermier, garagiste, gargotier, hôte, maître, possesseur, propriétaire, raffineur, stockiste, école
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά νοικοκύρης, ο νοικοκύρης, νοικοκύρης ετυμολογία, νοικοκύρης δερματολόγος, γιώργος νοικοκύρης, νοικοκύρης στα γαλλικά, académiste στα ελληνικά
νοικοκύρης στα γαλλικά