lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νοικοκύρης στα ρωσικά

Λέξη:
νοικοκύρης (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (11):
арендодатель, владелец, властитель, господин, домовладелец, земледелец, землепашец, мастер, обладатель, помещик, собственник
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά νοικοκύρης, ο νοικοκύρης, νοικοκύρης ετυμολογία, νοικοκύρης δερματολόγος, γιώργος νοικοκύρης, νοικοκύρης στα ρωσικά, арендодатель στα ελληνικά
νοικοκύρης στα ρωσικά