lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νοικοκύρης στα ισπανικά

Λέξη:
νοικοκύρης (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (15):
agricultor, amo, anfitrión, campesino, casero, dueña, dueño, dueľo, granjero, huésped, maestro, propietario, ranchero, señor, terrateniente
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά νοικοκύρης, ο νοικοκύρης, νοικοκύρης ετυμολογία, νοικοκύρης δερματολόγος, γιώργος νοικοκύρης, νοικοκύρης στα ισπανικά, agricultor στα ελληνικά
νοικοκύρης στα ισπανικά