lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προμηθεύω στα γαλλικά

Λέξη:
προμηθεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (7):
apporter, distribuer, fournir, livrer, procurer, remettre, munir
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά προμηθεύω, προμηθεύω συνώνυμα, προμηθεύω στα αγγλικα, προμηθεύω με, προμηθεύω αγγλικα, προμηθεύω in english, προμηθεύω στα γαλλικά, apporter στα ελληνικά
προμηθεύω στα γαλλικά