lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οδυνηρός στα εσθονική

Λέξη:
οδυνηρός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-εσθονική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
εσθονική οδυνηρός, οδυνηρός συνώνυμο, οδυνηρός συνώνυμα, οδυνηρός αντώνυμο, οδυνηρός στα εσθονική, tundlik στα ελληνικά
οδυνηρός στα εσθονική