lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οδυνηρός στα ιταλικά

Λέξη:
οδυνηρός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (4):
amaro, dolente, doloroso, penoso
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά οδυνηρός, οδυνηρός συνώνυμο, οδυνηρός συνώνυμα, οδυνηρός αντώνυμο, οδυνηρός στα ιταλικά, amaro στα ελληνικά
οδυνηρός στα ιταλικά