lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μειώνω στα ισπανικά

Λέξη:
μειώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (31):
achicar, achicarse, acortar, amenguar, aminorar, amortiguar, apocar, atenuar, bajar, cansar, cercenar, ceñir, debilitar, decrecer, desfallecer, disminuir, disminuirse, embotar, empequeñecer, encoger, enervar, enflaquecer, extenuar, menguar, mermar, moderar, postrar, párvulo, rebajar, reducir, reducirse
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά μειώνω, μειώνω συνώνυμα, μειώνω στα γαλλικά, μειώνω στα αγγλικά, μειώνω μετάφραση, μειώνω επαναχρησιμοποιώ ανακυκλώνω, μειώνω στα ισπανικά, achicar στα ελληνικά
μειώνω στα ισπανικά