lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μειώνω στα ρωσικά

Λέξη:
μειώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (13):
коротышка, кроха, легчать, малец, малыш, мальчуган, малявка, ослаблять, приуменьшать, приуменьшить, удручать, уменьшать, уменьшить
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά μειώνω, μειώνω συνώνυμα, μειώνω στα γαλλικά, μειώνω στα αγγλικά, μειώνω μετάφραση, μειώνω επαναχρησιμοποιώ ανακυκλώνω, μειώνω στα ρωσικά, коротышка στα ελληνικά
μειώνω στα ρωσικά