lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μειώνω στα λευκορωσίας

Λέξη:
μειώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (4):
хлапец, аслабляць, змяншаць, памяншаць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας μειώνω, μειώνω συνώνυμα, μειώνω στα γαλλικά, μειώνω στα αγγλικά, μειώνω μετάφραση, μειώνω επαναχρησιμοποιώ ανακυκλώνω, μειώνω στα λευκορωσίας, хлапец στα ελληνικά
μειώνω στα λευκορωσίας