lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μαζεύομαι στα νορβηγικά

Λέξη:
μαζεύομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (18):
avling, dynge, forsamle, hamstre, hop, høg, høst, høste, mønstr, pille, plukke, påle, samla, samle, skorda, skotta, stapel, tårne
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά μαζεύομαι, μαζεύομαι στα νορβηγικά, avling στα ελληνικά
μαζεύομαι στα νορβηγικά