lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εξουσία στα πολωνική

Λέξη:
εξουσία (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (6):
autorytet, moc, mocarstwo, pełnomocnictwo, potęga, władza
Σχετικές λέξεις:
πολωνική εξουσία, εξουσία τι μπάλα παίζεις, εξουσία συνώνυμο, εξουσία συνώνυμα, εξουσία ορισμός, εξουσία και οργάνωση-διοίκηση του εκπαιδευτικού συστήματος, εξουσία στα πολωνική, autorytet στα ελληνικά
εξουσία στα πολωνική