lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ερευνώ στα σουηδικά

Λέξη:
ερευνώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (11):
avprova, forska, forskning, granska, leta, probera, revidera, snoka, söka, undersöka, ventilera
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά ερευνώ, ερευνώ το φυσικό κόσμο, ερευνώ συνώνυμα, ερευνώ και μαθαίνω το σώμα μου, ερευνώ και μαθαίνω, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική στ δημοτικού, ερευνώ στα σουηδικά, avprova στα ελληνικά
ερευνώ στα σουηδικά