lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πρόσβαση στα γαλλικά

Λέξη:
πρόσβαση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (15):
abord, accession, accès, agression, assaut, attaque, atteinte, bouffée, bourrasque, envahissement, guet-apens, hold-up, paroxysme, quinte, razzia
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά πρόσβαση, πρόσβαση φροντιστήριο, πρόσβαση συνώνυμο, πρόσβαση στο πεδίο έρευνας, πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, πρόσβαση στα διοικητικά έγγραφα, πρόσβαση στα γαλλικά, abord στα ελληνικά
πρόσβαση στα γαλλικά