lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πρόσβαση στα γερμανικά

Λέξη:
πρόσβαση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (11):
anfahrt, anfall, angriff, ansturm, anwandlung, attacke, sturm, zufahrt, zugang, zutritt, überfall
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά πρόσβαση, πρόσβαση φροντιστήριο, πρόσβαση συνώνυμο, πρόσβαση στο πεδίο έρευνας, πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, πρόσβαση στα διοικητικά έγγραφα, πρόσβαση στα γερμανικά, anfahrt στα ελληνικά
πρόσβαση στα γερμανικά