lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διαιτητεύω στα γερμανικά

Λέξη:
διαιτητεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (5):
auseinandersetzen, sprengen, entscheiden, austragen, bestimmen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά διαιτητεύω, διαιτητεύω στα γερμανικά, auseinandersetzen στα ελληνικά
διαιτητεύω στα γερμανικά