lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διαιτητεύω στα λευκορωσίας

Λέξη:
διαιτητεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (3):
вырашаць, забіваць, канчаць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας διαιτητεύω, διαιτητεύω στα λευκορωσίας, вырашаць στα ελληνικά
διαιτητεύω στα λευκορωσίας