lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διαιτητεύω στα νορβηγικά

Λέξη:
διαιτητεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (3):
eksplodere, avgjøre, bestemme
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά διαιτητεύω, διαιτητεύω στα νορβηγικά, eksplodere στα ελληνικά
διαιτητεύω στα νορβηγικά