lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διαιτητεύω στα πολωνική

Λέξη:
διαιτητεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (2):
rozsadzać, rozstrzygać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική διαιτητεύω, διαιτητεύω στα πολωνική, rozsadzać στα ελληνικά
διαιτητεύω στα πολωνική