lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τρίβω στα γερμανικά

Λέξη:
τρίβω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (15):
abreiben, abtreten, abtrocknen, abwischen, angreifen, attackieren, aufwischen, einreiben, passieren, radieren, reiben, scheuern, schrubben, streichen, wischen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά τρίβω, τρίβω συνωνυμα, τρίβω στα αγγλικά, τρίβω στα γερμανικά, abreiben στα ελληνικά
τρίβω στα γερμανικά