lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διάλειμμα στα λιθουανική

Λέξη:
διάλειμμα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (4):
pauzė, pertrauka, poilsis, ramybė
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική διάλειμμα, διάλειμμα σχεσης, διάλειμμα συνώνυμα, διάλειμμα συλλαβισμός, διάλειμμα ροδος, διάλειμμα παιδικο, διάλειμμα στα λιθουανική, pauzė στα ελληνικά
διάλειμμα στα λιθουανική