lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διάλειμμα στα ουγγρική

Λέξη:
διάλειμμα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
tízperc, hangköz, intervallum, pauza, szórakozás, szünet
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική διάλειμμα, διάλειμμα σχεσης, διάλειμμα συνώνυμα, διάλειμμα συλλαβισμός, διάλειμμα ροδος, διάλειμμα παιδικο, διάλειμμα στα ουγγρική, tízperc στα ελληνικά
διάλειμμα στα ουγγρική