lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διάλειμμα στα φινλανδικά

Λέξη:
διάλειμμα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (7):
väliaika, lepo, tauko, katko, loma, pysähdys, väli
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά διάλειμμα, διάλειμμα σχεσης, διάλειμμα συνώνυμα, διάλειμμα συλλαβισμός, διάλειμμα ροδος, διάλειμμα παιδικο, διάλειμμα στα φινλανδικά, väliaika στα ελληνικά
διάλειμμα στα φινλανδικά