lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εμπόδιο στα ουγγρική

Λέξη:
εμπόδιο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
akadály, zablarúd, sorompó, nehézség, gát, zsilip
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική εμπόδιο, σκόπελος εμπόδιο, παιδαγωγικό εμπόδιο, ονειροκρίτης εμπόδιο, ζώδια εμπόδιο, επιστημολογικό εμπόδιο, εμπόδιο στα ουγγρική, akadály στα ελληνικά
εμπόδιο στα ουγγρική