lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εμπόδιο στα ρωσικά

Λέξη:
εμπόδιο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (14):
барьер, ворота, заграждение, запруда, застава, затруднение, плотина, помеха, преграда, препона, препятствие, преткновение, трудность, шлагбаум
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά εμπόδιο, σκόπελος εμπόδιο, παιδαγωγικό εμπόδιο, ονειροκρίτης εμπόδιο, ζώδια εμπόδιο, επιστημολογικό εμπόδιο, εμπόδιο στα ρωσικά, барьер στα ελληνικά
εμπόδιο στα ρωσικά