lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εμπόδιο στα ιταλικά

Λέξη:
εμπόδιο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (12):
barra, barriera, blocco, difficoltà, diga, impaccio, impedimento, inciampo, intoppo, ostacolo, sbarra, verga
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά εμπόδιο, σκόπελος εμπόδιο, παιδαγωγικό εμπόδιο, ονειροκρίτης εμπόδιο, ζώδια εμπόδιο, επιστημολογικό εμπόδιο, εμπόδιο στα ιταλικά, barra στα ελληνικά
εμπόδιο στα ιταλικά