lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περιουσία στα φινλανδικά

Λέξη:
περιουσία (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (13):
erikoisuus, hallinta, hankinta, hankkiminen, laatu, maatila, merkillisyys, omaisuus, omistus, onnetar, osa, rikkaus, tila
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά περιουσία, περιουσία ωνάση, περιουσία της εκκλησίας, περιουσία σαββίδη, περιουσία μοναχών, περιουσία μελισσανίδη, περιουσία στα φινλανδικά, erikoisuus στα ελληνικά
περιουσία στα φινλανδικά