lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άδεια στα αγγλικά

Λέξη:
άδεια (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (16):
acquiescence, allowance, break, clearance, consent, enable, furlough, go-ahead, leave, licence, license, pass, passing, permission, permit, vacation
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά άδεια, άδεια παραμονής, άδεια οπλοφορίας, άδεια μικρής κλίμακας, άδεια μητρότητας, άδεια εργασίας, άδεια στα αγγλικά, acquiescence στα ελληνικά
άδεια στα αγγλικά