lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ματαιόδοξος στα γαλλικά

Λέξη:
ματαιόδοξος (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (15):
enflé, fat, femme, futile, glorieux, infructueux, inutile, lège, oisif, plis, stérile, tête, vain, vaniteux, vide
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά ματαιόδοξος, ματαιόδοξος συνωνυμα, ματαιόδοξος ορισμός, ματαιόδοξος λεξικο, ματαιόδοξος ετυμολογία, ματαιόδοξος στα γαλλικά, enflé στα ελληνικά
ματαιόδοξος στα γαλλικά