lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπαγορεύω στα ισπανικά

Λέξη:
υπαγορεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (5):
dictar, decretar, imponer, mandar, ordenar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά υπαγορεύω, υπαγορεύω συνώνυμα, απαγορεύω συνώνυμο, απαγορεύω english, απαγορευω αγγλικα, υπαγορεύω στα ισπανικά, dictar στα ελληνικά
υπαγορεύω στα ισπανικά