lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπαγορεύω στα γαλλικά

Λέξη:
υπαγορεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (6):
dicter, commander, enjoindre, ordonnancer, ordonner, statuer
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά υπαγορεύω, υπαγορεύω συνώνυμα, απαγορεύω συνώνυμο, απαγορεύω english, απαγορευω αγγλικα, υπαγορεύω στα γαλλικά, dicter στα ελληνικά
υπαγορεύω στα γαλλικά