lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εφοδιάζω στα νορβηγικά

Λέξη:
εφοδιάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (7):
forsørge, levere, ruste, ekvipere, forsyne, innrede, skaffe
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά εφοδιάζω, εφοδιάζω συνώνυμα, εφοδιάζω συνωνυμο, εφοδιάζω στα αγγλικά, εφοδιάζω αγγλικά, εφοδιάζω στα νορβηγικά, forsørge στα ελληνικά
εφοδιάζω στα νορβηγικά