lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εφοδιάζω στα λευκορωσίας

Λέξη:
εφοδιάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (2):
даваць, дастаўляць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας εφοδιάζω, εφοδιάζω συνώνυμα, εφοδιάζω συνωνυμο, εφοδιάζω στα αγγλικά, εφοδιάζω αγγλικά, εφοδιάζω στα λευκορωσίας, даваць στα ελληνικά
εφοδιάζω στα λευκορωσίας