lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλεονέκτημα στα ρωσικά

Λέξη:
πλεονέκτημα (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (9):
выгода, выигрыш, использовать, корысть, польза, преимущество, прибыль, добродетель, достоинство
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά πλεονέκτημα, συγκριτικό πλεονέκτημα, πλεονέκτημα τησ αμφιβολίασ, πλεονέκτημα συνώνυμο, πλεονέκτημα στο πέναλτι, πλεονέκτημα ρόδος, πλεονέκτημα στα ρωσικά, выгода στα ελληνικά
πλεονέκτημα στα ρωσικά