lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλεονέκτημα στα ισπανικά

Λέξη:
πλεονέκτημα (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (16):
beneficio, emplear, fruta, ganancia, ganar, interés, logro, lucro, pro, provecho, rendimiento, usar, utilizar, ventaja, virtud, zumo
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά πλεονέκτημα, συγκριτικό πλεονέκτημα, πλεονέκτημα τησ αμφιβολίασ, πλεονέκτημα συνώνυμο, πλεονέκτημα στο πέναλτι, πλεονέκτημα ρόδος, πλεονέκτημα στα ισπανικά, beneficio στα ελληνικά
πλεονέκτημα στα ισπανικά