lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλεονέκτημα στα ρουμανική

Λέξη:
πλεονέκτημα (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ρουμανική
Μεταφράσεις (4):
avantaj, beneficiu, folos, profit
Σχετικές λέξεις:
ρουμανική πλεονέκτημα, συγκριτικό πλεονέκτημα, πλεονέκτημα τησ αμφιβολίασ, πλεονέκτημα συνώνυμο, πλεονέκτημα στο πέναλτι, πλεονέκτημα ρόδος, πλεονέκτημα στα ρουμανική, avantaj στα ελληνικά
πλεονέκτημα στα ρουμανική