lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οξύ στα αλβανικά

Λέξη:
οξύ (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-αλβανικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
αλβανικά οξύ, οξύ υποσκληρίδιο αιμάτωμα, οξύ συνώνυμο, οξύ πνευμονικό οίδημα, οξύ κλίση, οξύ και βάση, οξύ στα αλβανικά, acid στα ελληνικά
οξύ στα αλβανικά