lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οξύ στα ισπανικά

Λέξη:
οξύ (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (11):
acedo, acerbo, acre, acrimonioso, agrio, bronco, desabrido, desapacible, rudo, ácido, áspero
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά οξύ, οξύ υποσκληρίδιο αιμάτωμα, οξύ συνώνυμο, οξύ πνευμονικό οίδημα, οξύ κλίση, οξύ και βάση, οξύ στα ισπανικά, acedo στα ελληνικά
οξύ στα ισπανικά