lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οξύ στα φινλανδικά

Λέξη:
οξύ (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (10):
hapan, happo, karkea, karvas, katkera, kirpeä, kolkko, kova, terävä, tyly
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά οξύ, οξύ υποσκληρίδιο αιμάτωμα, οξύ συνώνυμο, οξύ πνευμονικό οίδημα, οξύ κλίση, οξύ και βάση, οξύ στα φινλανδικά, hapan στα ελληνικά
οξύ στα φινλανδικά