lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οξύ στα δανική

Λέξη:
οξύ (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (7):
barsk, besk, bitter, ram, sur, syre, syrlig
Σχετικές λέξεις:
δανική οξύ, οξύ υποσκληρίδιο αιμάτωμα, οξύ συνώνυμο, οξύ πνευμονικό οίδημα, οξύ κλίση, οξύ και βάση, οξύ στα δανική, barsk στα ελληνικά
οξύ στα δανική