lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οξύ στα ουγγρική

Λέξη:
οξύ (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
fanyar, sav, savas, savanyú
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική οξύ, οξύ υποσκληρίδιο αιμάτωμα, οξύ συνώνυμο, οξύ πνευμονικό οίδημα, οξύ κλίση, οξύ και βάση, οξύ στα ουγγρική, fanyar στα ελληνικά
οξύ στα ουγγρική