lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οξύ στα εσθονική

Λέξη:
οξύ (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-εσθονική
Μεταφράσεις (2):
hape, kibe
Σχετικές λέξεις:
εσθονική οξύ, οξύ υποσκληρίδιο αιμάτωμα, οξύ συνώνυμο, οξύ πνευμονικό οίδημα, οξύ κλίση, οξύ και βάση, οξύ στα εσθονική, hape στα ελληνικά
οξύ στα εσθονική