lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκίζω στα ισπανικά

Λέξη:
σκίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (17):
arrancar, arrastrar, berrear, calofriarse, desgarrar, deshilar, despedazar, destacar, distraer, entretener, palpitar, rasgar, romper, temblar, tirar, tiritar, vibrar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά σκίζω, σκίζω τη γάτα, σκίζω τα ρούχα μου, σκίζω συνώνυμα, σκίζω στα αγγλικά, σκίζω ρίζω το λεμόνι, σκίζω στα ισπανικά, arrancar στα ελληνικά
σκίζω στα ισπανικά