lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διακοπή στα πολωνική

Λέξη:
διακοπή (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (2):
przerwa, przerwanie
Σχετικές λέξεις:
πολωνική διακοπή, διακοπή συμβολαίου vodafone, διακοπή συμβολαίου cosmote, διακοπή ρεύματος θεσσαλονίκη, διακοπή ρεύματος δεη, διακοπή ρεύματος, διακοπή στα πολωνική, przerwa στα ελληνικά
διακοπή στα πολωνική