lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απασχόληση στα λευκορωσίας

Λέξη:
απασχόληση (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (4):
адцягванне, вы, забава, пацеха
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας απασχόληση, απασχόληση συνώνυμα, απασχόληση συνταξιούχων οαεε, απασχόληση συνταξιούχων δημοσίου, απασχόληση συνταξιούχων 2014, απασχόληση συνταξιούχων, απασχόληση στα λευκορωσίας, адцягванне στα ελληνικά
απασχόληση στα λευκορωσίας