lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απασχόληση στα τσεχική

Λέξη:
απασχόληση (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (12):
kratochvíle, obveselení, odpočinek, osvěžení, pobavení, potěšení, radost, rekreace, rozptýlení, veselost, vyražení, zábava
Σχετικές λέξεις:
τσεχική απασχόληση, απασχόληση συνώνυμα, απασχόληση συνταξιούχων οαεε, απασχόληση συνταξιούχων δημοσίου, απασχόληση συνταξιούχων 2014, απασχόληση συνταξιούχων, απασχόληση στα τσεχική, kratochvíle στα ελληνικά
απασχόληση στα τσεχική