lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απασχόληση στα ισπανικά

Λέξη:
απασχόληση (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (10):
deporte, distracción, diversión, entretenimiento, juego, océano, pasatiempo, recreación, recreo, solaz
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά απασχόληση, απασχόληση συνώνυμα, απασχόληση συνταξιούχων οαεε, απασχόληση συνταξιούχων δημοσίου, απασχόληση συνταξιούχων 2014, απασχόληση συνταξιούχων, απασχόληση στα ισπανικά, deporte στα ελληνικά
απασχόληση στα ισπανικά